|
ο завещатель #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово завещатель? — κληροδότης как с (ново)греческого переводится слово κληροδότης? — завещатель — αριστούργημα — απροχώρητο — κιβδηλεύω — τή — αιτιολογικό — εξάχρονος — διαλυτότητα — χλωρικός — συμβολική — άτρυγος — λάκτισμα — κατειργασμένος — γουργουριάζω — κνησμώδης — ψύχραιμος — ανεπίπλαστος — πόρρω — κακότητα — ταχυμαθής — ατμοβριθής — αμνήμονας |
|||