Новогреческий словарь
χοντρομάγουλος
χοντρομάγουλ|ος
толстощёкий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
толстощёкий
? —
χοντρομάγουλος
как с
(ново)греческого
переводится слово
χοντρομάγουλος
? — толстощёкий
#
(ново)греческий словарь
—
αγαλβάνιστος
—
αντινευρικός
—
ευμαθής
—
παραπέφτω
—
πεντηκονταετής
—
ηρώϊσσα
—
υδρόπτερο
—
σκύλος
—
παραθεριστής
—
γιαβουκλιούς
—
δουρβάνα
—
βλωμός
—
αναλώτρια
—
δονώ
—
τσάκω
—
χοντρόμυαλος
—
αίτιο
—
καταδέχομαι
—
ιστιοποιία
—
κοντομύτα
—
διασπασμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве