Новогреческий словарь
αχυρόχαρτο
αχυρόχαρτο
το
грубая обёрточная бумага
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
грубая обёрточная бумага
? —
αχυρόχαρτο
как с
(ново)греческого
переводится слово
αχυρόχαρτο
? — грубая обёрточная бумага
#
(ново)греческий словарь
—
έγχυση
—
σφυρηλασία
—
κοταμετρητό
—
λεπτόφλουδος
—
αμαξιάτικα
—
φολιδωτός
—
τρικλοποδιά
—
συγκινησιακός
—
καρυόφυλλο
—
εγκοχλίωση
—
διατονικός
—
ουρανολογία
—
τιμολογώ
—
παρανομία
—
ιοντικός
—
αχαμναίνω
—
προσόψι
—
παλιωμένος
—
τιμιέμαι
—
κοφινάς
—
φορτώνομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве