|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τουρκολόι? — — τουρκικός — γρηγορώ — κεφαλόποδα — αδελφοποιτός — ποδοκύλισμα — υφυπουργείο — υδροτροχός — παγανιά — γουρλώνω — αρράϊστος — βουή — οστριαγάρμπι — διαπραγμάτευση — βρώμιος — ακανθώδης — μούρδας — ροδοκοκκινίζω — υπεραυξάνομαι — ολόγυμνος — μπεκροκανάτα — ρογχάζω |
|||