Новогреческий словарь
πουδράρω
πουδράρω
(αόρ. πουδράρισα)
пудрить
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пудрить
? —
πουδράρω
как с
(ново)греческого
переводится слово
πουδράρω
? — пудрить
#
(ново)греческий словарь
—
ξεμπερδεύω
—
μεταγλωττισμένος
—
μοσχοβίτισσα
—
Πρωτοχρονιά
—
επανακτώ
—
φουσκοθαλασσιά
—
διοικώ
—
μπροκολόσουπα
—
στεαρίνα
—
ρουσφέτι
—
μαξιλλαρώνω
—
χαλεπότητα
—
αποτύφλωση
—
στηθόπαννο
—
αλγόριθμος
—
εφτάωρος
—
εξελέγην
—
μαντευτός
—
σεπτεμβριάτικος
—
αδιάσχιστος
—
συσπαστικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве