Новогреческий словарь
κωπηλατώ
κωπηλατώ
грести
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
грести
? —
κωπηλατώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
κωπηλατώ
? — грести
#
(ново)греческий словарь
—
γλυκοζαχαρένιος
—
εξωτερικός
—
άσκαστος
—
προμήθεια
—
ώμος
—
μοσχοθυμίαμα
—
ευμετάβλητος
—
γειτόνοι
—
ζαφορά
—
αρύομαι
—
κρεατής
—
προειδοποιημένος
—
κινητοποιημένος
—
απολαμπίδα
—
χρηματολογία
—
ειδωλολατρία
—
ξυλοπαγής
—
φυλλομετράω
—
αλμυρόμετρον
—
προσχώρηση
—
κουράρω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве