|
το дворец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дворец? — μέλαθρον как с (ново)греческого переводится слово μέλαθρον? — дворец — νέθω — δεκαπενταμερία — υδροθειικός — σημαιοφόρος — αυτοκριτικά — μουσταρδιέρα — σιωπηρά — μυτερός — εξακοντιστικός — στοφυλοκοκκίαση — μεσιακάρικος — υπόσχεση — αντικρύζω — χειρόμακτρον — βοδινός — διατρύπησις — γεράδα — αντιμοναχικός — μποτσάρω — ισχυρογνωμοσύνη — χαραμής |
|||