|
ο дорожный каток #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дорожный каток? — εδαφοστρωτήρας как с (ново)греческого переводится слово εδαφοστρωτήρας? — дорожный каток — ανατρίβω — ενδοβένθος — υδροφάντης — ρίζι — στιγμή — τήγμα — δαγκανιά — αναβλαστάνω — καπνοσωλήνας — εκβολάς — συρτά — υποδηματοπωλείο — ήμαρτον — αναχοχλακίζω — μυγόχεσμα — γειτόνοι — αστοχάω — αποφόρι — εμψύχωση — αρτιφανής — ρουφηχτός |
|||