Новогреческий словарь
ρακοπότης
ρακοπότης
ο
любитель выпить
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
любитель выпить
? —
ρακοπότης
как с
(ново)греческого
переводится слово
ρακοπότης
? — любитель выпить
#
(ново)греческий словарь
—
ομόθυμα
—
τουρκόγύφτισσα
—
βάρυπνος
—
αδυσκόλευτος
—
αναντίρρητα
—
λιχνεία
—
εμπλαστρο
—
ξανάνιωμα
—
αμφίζωστος
—
υπερτασικός
—
διστακτικότητα
—
ανεκέφαλος
—
Σπανιόλα
—
κρίθινος
—
ταγγάδα
—
ερυθρώ
—
σινιάλο
—
ισοπεδώνω
—
πουτσίζω
—
καταπίσινος
—
ερυθραίνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве