|
ο монах или батрак монастырского подворья #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово монах или батрак монастырского подворья? — μετοχιάριος как с (ново)греческого переводится слово μετοχιάριος? — монах или батрак монастырского подворья — μεξικανικός — στερεοσκόπιο — υαλοτεχνικός — σειρήτι — κερένιος — σάν — ξενητεύομαι — νεροπότηρο — επίδεση — στάζω — απέλαση — γαλατσόχορτο — ρυμούλκα — δευτεραγωνίστρια — κομψοτεχνία — ζαΐφης — μεταμερίδιο — αμετροπότης — χρωμοτυπία — αβούλιαγος — Σλαύα |
|||