|
αιτιατ. от σύ #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σε? — — σέλλα — ημιάνεργος — προσθετέος — σουσάμι — δίφορος — ωστόσο — γρύζω — λεξικός — κακοψύχι — ροβολάω — φούμο — ημίπαλτο — τριζόνι — ακριβοπουλώ — φίλαρχος — ατελεύτητος — ληγμένος — γαγγρώνω — άγαλος — αυτοϊκανοποίηση — εγερτικός |
|||