Новогреческий словарь
στενορρύμι
στενορρύμι
το
глухой переулок, закоулок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
глухой переулок
? —
στενορρύμι
как на
(ново)греческом
будет слово
закоулок
? —
στενορρύμι
как с
(ново)греческого
переводится слово
στενορρύμι
? — глухой переулок, закоулок
#
(ново)греческий словарь
—
άφταιστος
—
χνουδάτος
—
εργατικά
—
ρίγημα
—
τσουρουφλίζω
—
μεταλαμβάνω
—
ξετσίπωτος
—
άφθαι
—
Φλαμανδός
—
παρίσταμαι
—
προγκίζω
—
εμπήγω
—
ληρολογία
—
αγύμναστος
—
λέρα
—
υποθυρεοειδισμός
—
αρχίνισμα
—
θετικότητα
—
απίστομα
—
αντέχομαι
—
διαστημόμετρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве