Новогреческий словарь
κατσαρολάκι
κατσαρολάκι
το
кастрюлька
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кастрюлька
? —
κατσαρολάκι
как с
(ново)греческого
переводится слово
κατσαρολάκι
? — кастрюлька
#
(ново)греческий словарь
—
παραδόπιστος
—
ανανεύω
—
χοιρότριχα
—
νεογνολόγος
—
μινιατούρα
—
ξετιμιώνω
—
Γιούλης
—
νιστέρι
—
αδιάφευκτος
—
μαρξικο-λενινικός
—
ευδοκιμώ
—
αντιλυσσικός
—
παλαίβω
—
αρχαιοτροπία
—
κομμωτήριο
—
μαυρομάτικο
—
αποκηρύχνω
—
ελασματουργός
—
ρευματόμετρον
—
κρυσταλλοειδής
—
γλυκόλογος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве