Новогреческий словарь
δήωση
δήωση
η
разорение, опустошение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
разорение
? —
δήωση
как на
(ново)греческом
будет слово
опустошение
? —
δήωση
как с
(ново)греческого
переводится слово
δήωση
? — разорение, опустошение
#
(ново)греческий словарь
—
ακαταπάτητος
—
μειονότητα
—
ενύπαρξη
—
αντικαπιταλιστικός
—
βαλβολίνη
—
ξεματιάζω
—
βρογχίτης
—
ανθοκράμβη
—
σκουλήκιασμα
—
κοκκινομάνιτας
—
μπιρμπιλομάτης
—
φιλονεικώ
—
αποσπασμένος
—
ανιμαλισμός
—
αιτιάζομαι
—
καρκινολογία
—
ενέθηκα
—
πνευστίαση
—
αμαξοποιία
—
απόλυτο
—
ακατάταχτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве