|
кровосмесительный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кровосмесительный? — αιμομικτικός как с (ново)греческого переводится слово αιμομικτικός? — кровосмесительный — απαναπανωτός — ναρκωτικό — νυχτοστρατοκόπος — ανίπταμαι — εξακύλινδρος — μπαρούτι — ερωμένος — παντόφλας — υπερόπτης — σκόρ — ελληνόπουλο — προσεταιρισμός — γλυκοπυρώνομαι — σερσέμισσα — φωνοληψία — απτέσι — μαχαίρα — επαινετικός — μωρέ — κακοκεφιά — ποδηλατικός |
|||