|
η воин, боец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово воин? — πολεμίστρια как на (ново)греческом будет слово боец? — πολεμίστρια как с (ново)греческого переводится слово πολεμίστρια? — воин, боец — αναγκαστικός — επιφυάς — αποφθεγματικός — θύτης — βίζιτα — αλειμματιάρικος — βρονταλίδι — αιμοδοσία — ζωοδότης — χελωνός — κουζινάκι — αναλήθεια — σχολάρχης — ανεξέλεγκτος — πρωθυπουργία — ψευδάργυρος — σκαρί — αγγειοπλάστης — μαγματικός — ολιγόσιτος — λινάρι |
|||