|
связанный с образованием зародыша #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово связанный с образованием зародыша? — εμβρυοπλαστικός как с (ново)греческого переводится слово εμβρυοπλαστικός? — связанный с образованием зародыша — βρογχοσκόπία — ενώ — εξιστοράω — ραντεβού — συγκεκινημένος — διακολύμβηση — δοσμένα — ταχύτητα — αλκοόλ — πυριτιδοποιός — ταροχή — παράλογο — κλεμμένος — πυκνόφυλλος — υποχρεωτικώς — Εικοσιένα — καψύλλι — ευκατονόητος — ξεροτηγάνισμα — διαπερατότητα — ταχύ |
|||