|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξυλόκαρφο? — — ανεμουρίζομαι — μπαγάσικο — αρχιτέχτονας — βιασμένος — ταλαντούχος — φυσιούμαι — δημοσιονομία — καζουϊστική — αφόρμηση — αλεξία — αφυπνίζομαι — επίσαγμα — κλοτσιά — μπεκρούλιακας — γλυκοπαρηγοριά — επιδιαιτησία — καπιταλιστικός — εναντιοδρομώ — παστρικά — κατακρατώ — κομψευόμενος |
|||