|
το действие по гл. κομπλιμεντάρω; любезничанье #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово любезничанье? — κομπλιμεντάρισμα как с (ново)греческого переводится слово κομπλιμεντάρισμα? — любезничанье — ανθρωπολατρεία — πασχαλιάτικα — περβέρι — ημιανάταση — ολωσδιόλου — γρασαδοράκι — μεθάνιο — παχούτσικος — απλανητικός — μυρμηγκιά — νεομάρτυρας — καλοτυχία — μίγμα — αμετάφερτος — χρωμάτισμα — ζωγραφική — γιαγιά — ρητός — πρόλογος — υπέρθυρος — λοιμογόνος |
|||