|
η доносчица #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово доносчица? — μαντατεύτρα как с (ново)греческого переводится слово μαντατεύτρα? — доносчица — δεκαπενθημερία — κάσα — απόμερος — μηλόπαστα — ζυγός — γλυκολαλώ — σταθεροποιώ — φιλογύνης — διαπύημα — προφύλαγμα — ασυνέχεια — αστρομαντεία — βασιλόπαις — αβανιάζω — εγρήγορση — Λονδρέζος — μπά — ανταπόδειξη — αγριόκλημα — πορδή — τσιμεντάρισμα |
|||