Новогреческий словарь
ανίζησις
ανίζησις
(-εως) η геол.
поднятие
(земной поверхности над уровнем моря)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
поднятие
? —
ανίζησις
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανίζησις
? — поднятие
#
(ново)греческий словарь
—
καταστρατήγηση
—
ειρηνικός
—
θνησιγέννητος
—
υδρωπισμός
—
δοκιμαστήριο
—
μελιχρότητα
—
Ιταλίδα
—
τινάσσομαι
—
αδικοβάνω
—
επιβοήθημα
—
επιχέομαι
—
εφαπλωματοποιία
—
ωρισμένα
—
απαξιώνω
—
ρητός
—
κοτούλα
—
διαφορεμένος
—
μαγικά
—
κορφολόγημα
—
άφρυδος
—
κληρονόμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве