Новогреческий словарь
δικαστής
δικαστ|ής
ο юр.
судья
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
судья
? —
δικαστής
как с
(ново)греческого
переводится слово
δικαστής
? — судья
#
(ново)греческий словарь
—
ξεγοφιάρης
—
φιμώνομαι
—
κατσαρολάκι
—
φιλολαϊκός
—
απαθανατισμός
—
στασίαση
—
λευχαιμία
—
φούγκα
—
λουπιναριά
—
υπεροξείδιο
—
συνεκδοχικά
—
λουστραρισμένος
—
αποκένωση
—
ανερώτητος
—
φάνηκα
—
γιορτιάζω
—
σιναπικός
—
κατευθύνομαι
—
ψυχομαχάω
—
γλαρόνι
—
προτείνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве