|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σαλαμάκι? — — δοντάκι — προπαρασκευάζομαι — πεζεβέγκης — σύστροφή — πάροικος — υπερπέραν — κανατάδικο — αναγυρίζω — σπιτικό — διαβάτης — γαλακτοπαραγωγικός — εκδίωξη — ζηλεμένος — κοιτάζομαι — ξαναβάλλω — θρομβοφλεβίτιδα — μάνητα — ομφαλοκήλη — δεκατιά — χρεώστης — παιδαγωγώ |
|||