Новогреческий словарь
στοχοποιούμαι
στοχοποιούμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
στοχοποιούμαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εξαρτημένος
—
νύξη
—
περί
—
ενδεση
—
μαρμαίρω
—
περιορίζομαι
—
ουροδοχείο
—
ζευγαρωμένος
—
θρομβοκυττάρωση
—
δερνοκοπιέμαι
—
υπερκοπιάζω
—
ακέραστος
—
πολυφορτώνομαι
—
αδελφώνω
—
σιγαστήρας
—
ανθιβόλιο
—
δυσόρατος
—
γενικώς
—
απλός
—
πλεονέκτης
—
βάβουλας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве