Новогреческий словарь
επανετέθην
επανετέθην
παθ. αόρ. от επαναθέτω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επανετέθην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τολμητίας
—
μουγγρίζω
—
ακαταπολέμητος
—
ασεμνογράφος
—
πειθαναγκασμός
—
χωρητικός
—
λαγνεία
—
εδωπέρα
—
ακμαίος
—
αξιονάγνωστος
—
άρριφτος
—
γραμματόπλεγμο
—
άγραπτος
—
βρετό
—
ισορροπώ
—
φακελάκι
—
εξαρτώ
—
ψηφοφορία
—
σταυροπόδης
—
γαμπρίζω
—
επαινοθηρία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве