Новогреческий словарь
προσωπικά
προσωπικά
Лично
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
προσωπικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
λύκειο
—
υπομόχλιο
—
ανάπλεκος
—
μετεκπαιδεύομαι
—
ποικιλία
—
εγνώσθην
—
χλωροσταφιδίτης
—
αβέρτος
—
φαρμακομύτα
—
αποκάτω
—
αριόσητα
—
θηλάζω
—
κατεπειγόντως
—
θυροφύλακας
—
μανιτόμπα
—
εφοπλίζω
—
περιέρχομαι
—
τραπεζομάντιλο
—
απάντικρυ
—
δούκας
—
παλληκαράκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве