Новогреческий словарь
πιεσίμετρο
πιεσίμετρο
το физ.
пьезометр
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пьезометр
? —
πιεσίμετρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
πιεσίμετρο
? — пьезометр
#
(ново)греческий словарь
—
απροθυμοποίητος
—
μπουρλότο
—
ελαφροπαρμένος
—
νεροκαμένος
—
μπριγιαντίνη
—
ματώνω
—
διάδοση
—
Δημήτρης
—
οπλουργός
—
σχετλιαστικός
—
παλιοπούστης
—
εμβαδικός
—
αντιπολίτευσις
—
ακύρωτος
—
δροσάτος
—
σπεκουλάτσια
—
κλαγγή
—
κυπαρισσόξυλο
—
τήρηση
—
δυσανάγνωστος
—
αστυσία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве