Новогреческий словарь
διασκεδαστικά
διασκεδαστικά
весело
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διασκεδαστικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αγρόπολη
—
εορτινός
—
θεόκουτος
—
αρτοποιητικός
—
ματζούνι
—
ελαιοφυτεία
—
γυναικοφέρνω
—
χρωματικός
—
αλμύρα
—
ετυμολογικός
—
παγετώδης
—
ψηλολέλεκας
—
νιφάδα
—
ετερονομία
—
επιστέγασμα
—
φουσκοθαλασσιά
—
μαγιάτικος
—
συρματοποιείο
—
μοναχός
—
συμβιβαστικότητα
—
ηλιολατρικά
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве