Новогреческий словарь
πετσετένιος
πετσετένιος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πετσετένιος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σταθερότητα
—
παρεξηγούμαι
—
ξενοκαρπία
—
διασπωμαι
—
ζωογονώ
—
άσθμα
—
εννεαπλασιασμός
—
αποδοκιμασία
—
δωδεκάδα
—
αμοιβαδόζωα
—
εφέντης
—
μαραζώνω
—
πλακωτός
—
καρπώνομαι
—
καρπέτα
—
παρτιζάνικος
—
ξεπετώ
—
μονογαμικός
—
λαλές
—
ελεύτερος
—
ξεκόπτω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве