Новогреческий словарь
αντικατατάσσω
αντικατατάσσω
(αόρ. αντικατέταξα)
замещать, заменять
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
замещать
? —
αντικατατάσσω
как на
(ново)греческом
будет слово
заменять
? —
αντικατατάσσω
как с
(ново)греческого
переводится слово
αντικατατάσσω
? — замещать, заменять
#
(ново)греческий словарь
—
οικειοποιούμαι
—
κυβικός
—
τυροποιω
—
θεσμοθεσία
—
πανουκλιάζω
—
κεντητός
—
μηχανώμαι
—
θερμαντικός
—
γιορτινός
—
άλλα
—
ιδεόγραμμα
—
φετιχολάτρης
—
αναθρεπτήριον
—
ευθηνία
—
απολαύω
—
μαγκουριά
—
μοιρολατρικά
—
παγερότητα
—
ανθρωποσφαγία
—
βρέμα
—
χωροθέτηση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве