|
η датирование #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово датирование? — χρονολόγηση как с (ново)греческого переводится слово χρονολόγηση? — датирование — καλλιστεία — αριστοκρατικότητα — διαταρακτικός — ανακαταλαμβάνω — βενζόη — σταυρόθολος — αμφιβολία — ταχίνι — ενυδάτωση — τσικνίδα — εκατοστάρικος — ιππευτικός — τρυποφράχτης — λογικεύομαι — υπερέβην — θαλασσίτσα — εστία — φλυκταινώδης — αμεταμόρφωτος — παραφέρομαι — ηλικίωση |
|||