Новогреческий словарь
διεπέτασα
διεπέτασα
αόρ. от διαπεταννύω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διεπέτασα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
συναρπαστικός
—
ψηφί
—
ωοτάριχος
—
ευστροφία
—
κύκλος
—
κατασκονίζω
—
κάλως
—
μικροπράγμα
—
σημαντήρας
—
νοσταλγικά
—
βραχύβιος
—
λιγνύς
—
στρώσιμο
—
πέραν
—
άπω
—
ντρέπομαι
—
περιττεύω
—
καθελκυσμός
—
διακόσια
—
πολλαπλάσιο
—
ομαδάρχης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве