Новогреческий словарь
ενωρίτερα
ενωρίτερα
раньше, быстрее
;
θά φύγω ~ από σένα — [phrase]я уйду раньше тебя[/phrase]
;
θά φθάσω ~ — [phrase]я приду быстрее[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
раньше
? —
ενωρίτερα
как на
(ново)греческом
будет слово
быстрее
? —
ενωρίτερα
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενωρίτερα
? — раньше, быстрее
#
(ново)греческий словарь
—
λευχειμονώ
—
αθλητισμός
—
αραιότητα
—
φρεσκοξυρισμένος
—
μπεκροκανάτας
—
αλογουρά
—
ρεσιτάλ
—
διχοτόμος
—
συγκυβερνητικός
—
συμβουλευτής
—
ψωμοζητώ
—
αχνοφεγγιά
—
χρονικογράφος
—
Φιλλανδέζος
—
γαλλόφιλος
—
φυτογραφία
—
γλυκοζαχαρένιος
—
έμεση
—
αμαξάδικο
—
απαρση
—
πυρίτης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве