|
азиатский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово азиатский? — ασιατικός как с (ново)греческого переводится слово ασιατικός? — азиатский — κατσουλητός — διαφυγή — αψηφισιάρης — νεοναζισμός — ρουφώ — δωσίλογος — αδιαφορία — μονόδραχμος — κυτταρολόγος — ροδόσταγμο — δυσκολογιάτρευτος — ντόμπρος — βαρκούλα — βερβέρα — ακάθαρτος — βαμβακένιος — παρρησία — αλευρένιος — οπωροπώλις — καλουπατζής — ακούρντιστος |
|||