|
травянистый; ~η φυτά — травянистые растения #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово травянистый? — ποώδης как с (ново)греческого переводится слово ποώδης? — травянистый — βέρα — ζορμπάς — σκαμπανέβασμα — φθορισμός — επαγγελματικός — αργητός — μαγειρίτσα — ξελαιμιάζομαι — αναστηλώνομαι — ασέληνος — διακάμπτω — αναθιβάλλω — εκατοστόγραμμον — πιάνο — βρωμερότητα — απολωλώς — επεπήχθην — επισημότητα — αποφασιστικότητα — Ανταρκτική — τρυγία |
|||