|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καταματώνω? — — ανακέφαλα — φώτιση — γράμματα — ζιζάνιο — σμαραγδίτης — καταθορυβουμαι — αμπροσταίνω — συνώθηση — προέλευση — αμούδιαστος — αστειολογώ — τριανταφυλλόλαδο — αφύλαγος — ξέραμμα — φιλάδελφος — αδιαμέτρητος — βίζα — πιθανόν — τροχόσπιτο — εδάφιση — μπαλαμουτιάζω |
|||