Новогреческий словарь
μύαξ
μύαξ
(-ακος) ο
мидия
(съедобная ракушка)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мидия
? —
μύαξ
как с
(ново)греческого
переводится слово
μύαξ
? — мидия
#
(ново)греческий словарь
—
αντικαθρέφτισμα
—
αγροληπτικός
—
πρέσβυς
—
αεροδυναμική
—
σκοτίζομαι
—
σπορέλαιο
—
δημοσκόπηση
—
θέρμος
—
σκαμνί
—
ξεβάφω
—
εγκληματώ
—
ντοκουμεντάρομαι
—
κωδωνοκρουσία
—
αντιρραπίζω
—
διάμεστος
—
υπομικροσκοπικός
—
ασβεστίτης
—
πολυαγάπητος
—
γυψοποιία
—
στόπερ
—
αταχτοποίητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве