|
находящийся близко от глаз #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово находящийся близко от глаз? — προσοφθάλμιος как с (ново)греческого переводится слово προσοφθάλμιος? — находящийся близко от глаз — εκατοστίζω — χρυσορράπτρια — απαραβίαστος — απολνώ — λεπτουργός — αναρροφητικός — αναφέρσιμος — στρογγύλεμα — εξουσιοδοτημένος — γάστρα — ψευτοφιλία — καρύοψη — τριτογενής — νεοελληνική — αναμετρούμαι — ξοδεμός — ξαργιτού — φροκαλιά — γεννοβόλι — Μαγνησία — εξαγορασμός |
|||