Новогреческий словарь
μονόζυγο
μονόζυγο
το спорт.
турннк
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
турннк
? —
μονόζυγο
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονόζυγο
? — турннк
#
(ново)греческий словарь
—
ερματοφόρον
—
προειρημένος
—
πρωταγωνίστρια
—
φαληρώτικος
—
μικροδουλειά
—
Βενετσιάνος
—
πρύτανις
—
σκαρί
—
θεσμός
—
βουτυροπώλης
—
νοσταλγία
—
σθεναρά
—
σκαπουλαίρνω
—
μπάσιμο
—
καμφορικός
—
ξεπαραδιάζομαι
—
συνένοχος
—
Κυριακή
—
ηλεκτρομετρικός
—
επιβεβλημένος
—
διάκλυσμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве