|
η скат, склон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово скат? — κατωφέρεια как на (ново)греческом будет слово склон? — κατωφέρεια как с (ново)греческого переводится слово κατωφέρεια? — скат, склон — έντεκα — επικοινωνιακός — στρυχνινισμός — σακκοβελόνη — μεταμοντέρνος — ηγγυημένος — λαθρακιάζω — βασιλική — αναπεταννύω — εξάπλωμα — γνωμιάρης — φρύαγμα — αρνοκάτσικα — χτικιάρικα — σκυλήσιος — μακαρονοειδής — Αμπελόκηποι — αντιθετικά — μαλακούλης — εποχέτευσις — τεκνοποιία |
|||