|
τα бот. померанцевые, цитрусовые #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово померанцевые? — αυραντοειδή как на (ново)греческом будет слово цитрусовые? — αυραντοειδή как с (ново)греческого переводится слово αυραντοειδή? — померанцевые, цитрусовые — μεσοκόβω — φιλοχρήματος — εχθρικός — πανελληνίως — αλλοφθαλμία — αποστρέφομαι — αναδιανέμω — δαμαλισμός — στηθωτός — αυτοτελής — κηλιδωμένος — εργατοκρατία — ανθρωπογνώστης — ενοχοποιώ — λιγοστεύω — ταιριαστά — σπλάχνος — άσφαχτος — θρηνωδός — μπουνταλού — βαρόμετρο |
|||