|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κεραύνωση? — — αριστουργηματικός — ξαφνικά — προανακρίνω — ξερολιθιά — αποκαή — πωρόλιθος — βεβαιώ — επιβιβάζω — ολοσούσουμος — ανεκτικότητα — αβλέπτημα — κατεδαφίζω — αντιφεμινιστής — εξηγητής — ατμώδης — διακονικός — οξαποδώ — γεροντοβρόσια — δηλητηριαστής — αρθροκλόπος — σύγκειμαι |
|||