Новогреческий словарь
εγχειρητική
εγχειρητική
η
хирургия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
хирургия
? —
εγχειρητική
как с
(ново)греческого
переводится слово
εγχειρητική
? — хирургия
#
(ново)греческий словарь
—
βρόμικος
—
λύω
—
σταφιδόψωμο
—
γαϊτανοφρύδης
—
γκρημνός
—
ασυμπτωματικός
—
λωφάζω
—
υπομνηματισμός
—
διαφεύγω
—
τροχονόμος
—
ανασκιράω
—
σπλήνας
—
γαϊδουριάζω
—
υδατοφράκτης
—
ακατάσχετος
—
ωδική
—
στενοχώρια
—
έλεγξη
—
σιμιτεργάτρια
—
κόμιστρα
—
λωποδυτώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве