|
το ум, разум, рассудок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ум? — γνωστικό как на (ново)греческом будет слово разум? — γνωστικό как на (ново)греческом будет слово рассудок? — γνωστικό как с (ново)греческого переводится слово γνωστικό? — ум, разум, рассудок — αποκεντρώνω — αλεξήνεμος — διαδρομεύς — σιναπέλαιο — οζονίζω — μουσικομανής — στάξη — παρέσχον — κτενιαίος — αραπόσυκο — δεσποτικός — εθελοντής — ροδοδάφνη — ρυτιδώδης — σύσπαστον — τρώσις — χαρτονένιος — αμεταβίβαστος — τοποθεσία — Απριλιανός — στραγγαλίζομαι |
|||