|
η запасание продовольствия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово запасание продовольствия? — κουμπάνια как с (ново)греческого переводится слово κουμπάνια? — запасание продовольствия — καταβαλλόμενος — σφηνώνομαι — μικρόκοσμος — οπλουργία — χαρτοπαίχτρα — αναπτύσσω — πλάσιμο — αγαθούλης — κολίγας — μαργιόλεμα — σπερματαγωγός — ξεκουρδίζω — παγίωση — πρωταγωνιστώ — αλκαλιμέταλλο — κανιβαλίζω — φαφλατάρω — σταφυλοσάκχαρον — αγγλοτραφής — ενοφθαλμίζω — εξωκρινής |
|||