Новогреческий словарь
βερμπαλίστρια
βερμπαλίστρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
βερμπαλίστρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
πατριωτάκι
—
αρχίτερος
—
θρομβολυτικό
—
παιδολόγος
—
γουνοφόρος
—
φωνητικός
—
γραμμή
—
αναρρωτικός
—
φρέρης
—
αεροηλιόλουτρο
—
αντικρουόμενος
—
ανδρομανής
—
στεγοποιός
—
κεφαλικός
—
ρεβερέντζα
—
θέλγητρο
—
μονοσέντονο
—
ανάδευμα
—
εναυσματικός
—
βελτιωτικός
—
κάθεξη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве