|
террасообразный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово террасообразный? — ανδηροειδής как с (ново)греческого переводится слово ανδηροειδής? — террасообразный — δερματέμπορος — βανίλλια — θεά — θεληματικά — ολιγοπώλιο — αισχρολόγημα — μαραβίλια — μετοχιάριος — μικροώμ — ιδιοσυγκρασία — ιστιοποιείο — χειροτέρεμα — μπαρουτόσκαγα — εκτοπιστικός — νταραβερτζής — ρημοκκλήσι — εισαγγελέας — εισαγωγούλα — ανεπίχριστος — χαλκογραφία — τρόφιμο |
|||