|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ασυστόλως? — — κλητός — παραπλανώ — παραγγελιοδόχος — δώ — χοντροκοπάνισμα — ναυτόκομπος — δραματογράφος — κουρούπης — διαιτολόγος — ακριτομυθία — βομβυκοτροφικός — ακρόρριζο — βρωμόξυλο — απόκαρδος — νεοκλασσικισμός — πατάρι — ψητό — ξενοφιλία — αγρυπνία — εγκαταλελειμμένος — σταθμευμένος |
|||