|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανοικοδομητικός? — — προμηθεϊκός — πολυβολών — μιμόζα — τρίς — ονομασία — καυλίμπας — κυματίζω — πεντακοσιοστό — δισήμαντος — ξανοστίζω — βραδύ — λαχανοφαγία — ανεβοκατεβάζω — κορύφωση — υδροθειικός — αραβοσίτινος — λιχουδεύομαι — δημοκοπικά — ακροποδητί — διπλοψηφία — ψυχωσικός |
|||