Новогреческий словарь
καλογέννητη
καλογέννητη
η
легко рожающая женщина
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
легко рожающая женщина
? —
καλογέννητη
как с
(ново)греческого
переводится слово
καλογέννητη
? — легко рожающая женщина
#
(ново)греческий словарь
—
οξείδιο
—
ορθρινός
—
επικοπίς
—
υπογαστρικός
—
φυγομαχώ
—
αναρίγημα
—
μαλλισρισμός
—
γεροντότερος
—
δαυλίδα
—
ελαιοβαφής
—
αποδιδράσκω
—
πρωταριά
—
δασάκι
—
διαλύσιμος
—
Μογγόλος
—
ξαφνίζω
—
ξελόγιασμα
—
πατατιά
—
άψοφος
—
μπατάλης
—
λεβητοποίειο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве